Παρέμβαση της Ρένας Δούρου στη συνάντηση αντιπροσωπείας της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής με την Πρόεδρο του Κογκρέσου των Αντιπροσώπων της Ισπανίας Francina Armengol Socias
Η πρόσφατη υπογραφή της σύμβασης Τουρκίας – Βρετανίας για την απόκτηση από την πρώτη 20 Eurofighter, σύμβαση που συνυπέγραψαν και οι Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία, δεικνύει ότι ανοίγει ο δρόμος για τη συμμετοχή της Τουρκίας στο SAFE και τις ευρωπαϊκές δομές άμυνας και ασφάλειας, παρατήρησε η Ρένα Δούρου, Τομεάρχισσα Εξωτερικών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ και Γραμματέας Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής κατά τη συνάντηση αντιπροσωπείας της Επιτροπής με την Francina Armengol Socias, Πρόεδρο του Κογκρέσου των Αντιπροσώπων της Ισπανίας, που πραγματοποίησε επίσκεψη στη χώρα μας.
“Πρόκειται για μια επικίνδυνη εξέλιξη για το ίδιο το μέλλον της ΕΕ καθώς η Τουρκία εμμένει στις αναθεωρητικές της θέσεις συνεχίζοντας την κατοχή τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, τις απειλές και τις παράνομες διεκδικήσεις της σε βάρος της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδς. Και βρίσκοντας, παρόλα αυτά, μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ τους και την Ισπανία, πρόθυμες για συνεργασία μαζί της στον κρίσιμο τομέα της άμυνας. Καθιστώντας την αναπόσπαστο τμήμα της ευρωπαϊκής άμυνας”.

“Ενώ όλες οι χώρες – μέλη της ΕΕ καταδικάσαμε κατηγορηματικά, και ορθά, τη βάρβαρη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, για την Τουρκία που εισέβαλε και συνεχίζει να κατέχει παράνομα εδώ και 51 χρόνια τμήμα κράτους μέλους της ΕΕ, της Κυπριακής Δημοκρατίας, η αντιμετώπιση είναι διαφορετική καθώς βρίσκεται στο κατώφλι του να καταστεί αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής αμυντικής αρχιτεκτονικής”. “Μια χώρα – εισβολέας, μια χώρα που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, μια αναθεωρητική χώρα που επιζητεί την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης, αμφισβητεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας τηρώντας παράλληλα το casus belli, μια χώρα που εξοπλίζεται κανονικά από χώρες του ΝΑΤΟ και η οποία πλέον είναι έτοιμη, μέσω της κερκόπορτας του προγράμματος SAFE να εισέλθει στην ΕΕ”.
“Σήμερα η ΕΕ βιώνει περίοδο σοβαρής υποχώρησης, έχοντας επιλέξει αντί για στρατηγική αυτονομία έναντι των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, την στρατιωτικοποίηση και την οικονομία πολέμου σε βάρος των πολιτικών κοινωνικής συνοχής” παρατήρησε η Ρ. Δούρου προσθέτοντας ότι η ΕΕ επιλέγει τη “συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία στο όνομα ψυχροπολεμικών λογικών, με αποτέλεσμα την υπονόμευση των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας, υπονόμευση του μέλλοντος των νέων γενεών αλλά και την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο πλαίσιο μιας εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας δύο μέτρων και δύο σταθμών”.
Να διευρυνθεί η δυναμική της αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους από τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου
Η Ρ. Δούρου σημείωσε ότι επειδή συνεχίζεται η γενοκτονία των παλαιστινίων στη Γάζα και η ειρήνη παραμένει στα χαρτιά ενώ προωθείται μια λύση που περιθωριοποιεί τους Παλαιστίνιους στο πλαίσιο ενός μέλλοντος που μοιάζει περισσότερο με όραμα Τραμπ περί Ριβιέρας παρά με τις αποφάσεις του ΟΗΕ για δύο κράτη, η αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από πάνω από 150 χώρες “δημιουργεί μια δυναμική που πρέπει να διατηρηθεί και να διευρυνθεί και οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου μπορούν και οφείλουν να συντονίσουν τις ενέργειες και τις πιέσεις τους στην κατεύθυνση αυτή, σε διεθνή fora είτε πρόκειται για τον ΟΗΕ είτε για την ΕΕ”. Παράλληλα σημείωσε ότι οι ραγδαίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή – επιθετικές ενέργειες του Ισραήλ κατά Λιβάνου, Ισραήλ, Συρίας, Υεμένης, Κατάρ, ανατροπή του αυταρχικού καθεστώτος Άσαντ στη Συρία, αυξανόμενη ανάμειξη και παρουσία της Τουρκίας – “έχουν ανατρέψει ισορροπίες δεκαετιών και επιβάλλουν “πρωτοβουλίες ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή από την ΕΕ”. “Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καταθέσει πρόταση για σύγκληση Πολυμερούς Διάσκεψης Αρχηγών ΕΕ – Κρατών Ανατολικής Μεσογείου για την Ειρήνη στη Μέση Ανατολή και την Δημοκρατική Μετάβαση στη Συρία”.
Τέλος η ίδια υπογράμμισε τη σημασία της επίσκεψης στο πλαίσιο της “κοινοβουλευτικής διπλωματίας, ειδικά στη σημερινή διεθνή συγκυρία κατά την οποία απαξιώνεται το διεθνές δίκαιο, η διπλωματία, ο διάλογος, συνολικά το σύστημα συλλογικής ασφάλειας προς όφελος μιας συναλλακτικής διπλωματίας που βασίζεται στην δύναμη της ισχύος και όχι στη δύναμη του δικαίου”.









