Πρόοδος ναι, αλλά η κατάσταση είναι άκρως ανησυχητική. Ο λόγος για την Ευρώπη που παραμένει η ταχύτερα θερμαινόμενη ήπειρος στον πλανήτη, με την αύξηση των δασικών πυρκαγιών και των πλημμυρών, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, να δοκιμάζει σοβαρά υποδομές, οικοσυστήματα αλλά και την οικονομία της. Η Έκθεση για το Περιβάλλον της Ευρώπης που δημοσιοποίησε στις 29 Σεπτεμβρίου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) παρέχει πλήρη εικόνα του περιβάλλοντος, του κλίματος και της βιωσιμότητας σήμερα στην Ευρώπη, στη βάση δεδομένων από 38 χώρες. «Δεν έχουμε το περιθώριο να μειώσουμε τις φιλοδοξίες μας για το κλίμα, το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα» δήλωσε η Leena Ylä-Mononen, εκτελεστική διευθύντρια του ΕΟΠ.
«Η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει προσηλωμένη στις πράσινες φιλοδοξίες της και να εφαρμόσει τις περιβαλλοντικές και κλιματικές πολιτικές που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας ώστε να επιτύχει το μακροπρόθεσμο όραμά της για καλή ζωή στον πλανήτη μας» σημειώνεται στην Έκθεση. Η Leena Ylä-Mononen προειδοποιεί: «Το περιθώριο για ουσιαστική δράση στενεύει και οι συνέπειες της καθυστέρησης γίνονται ολοένα και πιο απτές». Πράγματι, αυτές οι καθυστερήσεις έχουν αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή οικονομία. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η κλιματική αλλαγή προκάλεσαν μεγαλύτερη οικονομική ζημιά στην Ευρώπη μεταξύ 2020 και 2030 από ό,τι σε όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Η μέση ετήσια οικονομική ζημιά στην Ε.Ε., που συνδέεται όλο και περισσότερο με τους επαναλαμβανόμενους καύσωνες, τις πλημμύρες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, αγγίζει τα 44,5 δισ. ευρώ μεταξύ 2020 και 2023, δηλαδή είναι 2,5 φορές υψηλότερη σε σχέση με την περίοδο 2010-2019, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έκθεσης του ΕΟΠ. Οι αρνητικοί αυτοί αριθμοί δεν είναι τυχαίοι. Περίπου τα 3/4 των εταιρειών που παράγουν αγαθά και υπηρεσίες στην Ευρωζώνη «εξαρτώνται σε πολύ υψηλό βαθμό» από ένα τουλάχιστον φυσικό οικοσύστημα, σημειώνουν οι συντάκτες της Έκθεσης. Τονίζουν, επίσης, ότι το 75% των τραπεζικών δανείων χορηγείται σε επιχειρήσεις που στηρίζονται σε φυσικούς πόρους για τις δραστηριότητές τους και πως σχεδόν το 15% των βιομηχανικών εγκαταστάσεων βρίσκεται σε περιοχές που είναι εκτεθειμένες σε κίνδυνο πλημμύρας. «Η φύση βρίσκεται αντιμέτωπη με την υποβάθμιση, την υπερεκμετάλλευση και την απώλεια βιοποικιλότητας, ενώ παράλληλα η κλιματική αλλαγή επιταχύνεται» σχολίασε η Leena Ylä-Mononen στους Financial Times, υπογραμμίζοντας ότι έτσι «υπονομεύονται η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, η μακροπρόθεσμη ευημερία, ασφάλεια και ποιότητα ζωής».









