fbpx

πολυτεχνείοΑπό το άρθρο του Κ. Γεωργουσόπουλου “Η Μεγαλοβδομάδα σε μια νύχτα” (ΤΑ ΝΕΑ, Μ. Παρασκευή-Κυριακή του Πάσχα, 9-11/4/2004)

…..Θα αφηγηθώ σήμερα μια πραγματική ιστορία,αληθινή πέρα ως πέρα, κρατώντας κρυφά τα ονόματα, γιατί η σεμνότητα των προσώπων που αφορούν την αφήγηση δεν μου το επιτρέπει.

Μέρες Πολυτεχνείου, 16-17 Νοεμβρίου 1973, ένας νεαρός μαθητής, σε πλήρη εφηβεία, προσπαθεί στο σχολείο του να ξεσηκώσει τους συμμαθητές του να μπουν στο πολιορκούμενο Πολυτεχνείο. Παρ’ όλο που είναι και πειστικός και ηγετική στον χώρο του φυσιογνωμία, δεν κατορθώνει να ταρακουνήσει τις φοβισμένες ψυχούλες τους. Μερικές, μάλιστα, αρσενικές και θηλυκές “μωρές Παρθένες”, ενώ υποσχέθηκαν πως θα τον συναντήσουν στο σημείο που είχε καθοριστεί, σ’ένα στενό κοντά στην πλατεία Κάνιγγος, ολιγώρησαν και έμειναν εκτός Νυμφώνος. Μπήκε μέσα και ενώθηκε με τους άλλους που διαδήλωναν με έξαψη και πάθος τα αντιτυραννικά τους φρονήματα. Κάποια στιγμή, το απόγευμα της 16ης, άρχισαν να πέφτουν στους γύρω χώρους τα χημικά δακρυγόνα αέρια και το ανελέητο ξύλο στους συγκεντρωμένους απέξω διαδηλωτές-συμπαραστάτες. Ακριβώς απέναντι από την πύλη διαδραματίζονταν αιματηρές συγκρούσεις. Κάποτε μέσα από τους πυκνούς καπνούς κι ενώ οι αστυνομικοί είχαν αποσυρθεί, ένα ακίνητο σώμα στοίχειωνε τον έρημο δρόμο. Όταν το βραδινό αεράκι παρέσυρε κάπως τα αέρια, φαινόταν πως το πεσμένο ακίνητο σώμα ήταν παιδικό.
Ο ήρωάς μας, χωρίς να το πολυσκεφτεί, σκαρφάλωσε το κιγκλίδωμα, γλίστρησε στο πεζοδρόμιο και μέσα στον καπνό και στις εκτοξεύσεις νέων αερίων που έρχονταν από τέσσερις πλευρές της λεωφόρου έφτασε το πεσμένο παιδί. Το φόρτωσε στον ώμο του και, σκυμμένος με το πολύτιμο φορτίο του, πέρασε τον δρόμο βιαστικά, οι μέσα του άνοιξαν και μπήκε.Ξάπλωσε το παιδί που φαινόταν νεκρό στα σκαλοπάτια της Σχολής Καλών Τεχνών και άρχισε να του κάνει τεχνητή αναπνοή και μαλάξεις. Δεν φαινόταν πουθενά πληγωμένο, αλλά δεν είχε σφυγμούς. Απελπισμένα είχε πέσει απάνω του και του μετέδιδε με το στόμα ανάσα. Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια, με την αγωνία να έχει κορυφωθεί. Ένας φοιτητής ιατρικής ειδοποιημένος έφτασε και έκανε μια καρδιοτονωτική ένεση. Κάποτε το παιδί, ήταν δεν ήταν 15 χρόνων, σάλεψε, άνοιξε με κόπο τα μάτια και σε λίγες στιγμές μίλησε! Είχε αναστηθεί. Ο ήρωάς μας ένιωσε μια βαθιά ανάγκη να πάρει ανάσα, αλλά οι ιαχές των συντρόφων του που τον ζητωκραύγαζαν κρατώντας δάφνες τον έκαναν να ντραπεί. Μερικοί τον σήκωσαν στους ώμους τους και τον περιέφεραν εν τιμή. Ένας από τους θερμούς οπαδούς της αποθέωσής του, του εξέφρασε τον θαυμασμό του και για ώρες πολλές έγινε σκιά του και αποκλειστικός του φύλακας.

Ύστερα ήρθε η τρομερή ώρα του τανκ,το γκρέμισμα της πύλης και η έξοδος στην οδό Στουρνάρη. Τρέχοντας προς τα Εξάρχεια, οι δυο τους διαπίστωσαν πως τους ακολουθούσαν αστυνομικοί με στολή και άλλοι ύποπτοι με πολιτικά. Στην οδό Θεμιστοκλέους, ψηλά προς την Καλλιδρομίου, είδαν μισάνοιχτη μια πόρτα σ’ ένα ημιυπόγειο και το γνωστό κόκκινο φωτάκι αναμμένο. Μπήκαν μέσα τους υποδέχτηκε μια γριά τσάτσα και μια μεσήλικη ιερόδουλη. Πελάτης δεν υπήρχε εκείνη την ώρα ξημερώματα.Η πόρτα, όπως αντιλήφθηκαν, ήταν ανοιχτή για να μπουν οι κυνηγημένοι. Το μικρό ραδιοφωνάκι στο κομό ήταν ανοιχτό και οι δύο γυναίκες φάνηκε πως ήταν ενήμερες και έτοιμες να προσφέρουν υπηρεσίες. Η πόρνη ζήτησε από τα δύο νεαρά παιδιά να γδυθούν, ώστε αν γίνει κανένα “ντου” να παραστήσουν τους ανίδεους πελάτες. Ο ήρωάς μας υπάκουσε, ο σύντροφός του αρνήθηκε, αλλά ζήτησε να κάνει ένα τηλεφώνημα στους γονείς του. Πήγε σε μια γωνιά και μίλησε σιγά. Όταν κατέβασε το ακουστικό δήλωσε πως έπρεπε να φύγει. Τον απέτρεψαν. Είπε πως στο Λόφο του Στρέφη θα ερχόταν ο πατέρας του με το αυτοκίνητό του να τον παραλάβει. Έφυγε και σε δέκα λεπτά μπουκάρισαν οι μπάτσοι, πήγαν κατευθείαν στο ιδιαίτερο δωμάτιο και βούτηξαν γυμνό τον νεαρό ήρωά μας. Τον έσυραν από τα μαλλιά μέχρι το περιπολικό που βρισκόταν απέξω και ξεκίνησαν, ενώ του είχαν περάσει χειροπέδες.

Στο φως του λαμπτήρα της γωνιάς, ο έφηβός μας διέκρινε στη γωνία καθαρά τον προδότη σύντροφό του.

Τον οδήγησαν στην Ασφάλεια. Εκεί υπήρχε χάος. Δεκάδες οι συλληφθέντες. Λίγα τα κελιά. Τον ήρωά μας τον οδήγησαν μαζί με δύο άλλους και, αφού άνοιξαν ένα στενό κελί, πέταξαν έξω τον κρατούμενο: έναν εξαθλιωμένο μεσήλικο διαρρήκτη χασικλή. “Πάρε δρόμο” του είπαν κι ο Βαραββάς έφυγε ανάλαφρος, για να πληρωθεί το ρηθέν υπό του προφήτου. Η νύχτα ήταν ατέλειωτη. Κάποτε, προς τα ξημερώματα, μπήκε στο κελί ένα κτήνος και άρχισε να χτυπάει με τη λαβή του περιστρόφου του στα κεφάλια αδιακρίτως, μέσα στο σκοτάδι, τους τρεις κρατούμενους. Ο ήρωάς μας χτυπήθηκε στον κρόταφο, το αίμα άρχισε να τρέχει κρουνός και λιποθύμησε…

Τον έσυραν έξω απ’ το κελί και φαίνεται πως ο κτηνώδης βασανιστής φοβήθηκε. Κάλεσαν ένα νοσοκομειακό όχημα και με φρουρά τον έστειλαν στο Κρατικό Νοσοκομείο. Δήλωναν στους γιατρούς πως είναι κρατούμενος υπό φρούρηση. Χρειάστηκε επείγον χειρουργείο. Ενώ ετοιμαζόταν το ιατρικό τιμ για την επέμβαση, και πριν προχωρήσει ο αναισθησιολόγος στη νάρκωση, ο έφηβος συνήλθε και οι γιατροί μπόρεσαν να μάθουν τα γεγονότα και την ταυτότητά του. Ο νεαρός τους έδωσε διεύθυνση σπιτιού και τηλέφωνο. Το τραύμα ήταν επιπόλαιο. Αντιμετωπίστηκε γρήγορα και επιτυχώς και τότε οι γιατροί προχώρησαν σ’ ένα σχέδιο που συνέλαβαν και συμφώνησαν να το εκτελέσουν. Με τη συνδρομή του αναισθησιολόγου κατέστειλαν με ισχυρή νάρκωση τον έφηβο και συμπλήρωσαν πιστοποιητικό θανάτου. Φώναξαν τους αστυνομικούς που περίμεναν στον προθάλαμο, έδειξαν τα χαρτιά, επέδειξαν και τον βαθιά ναρκωμένο έφηβο και δήλωσαν πως ανακοίνωσαν στους γονείς του τον θάνατό του και τους κάλεσαν να τον παραλάβουν. Οι αστυνομικοί το μόνο που ζήτησαν ήταν μια δήλωση των γιατρών ότι ο νεαρός πέθανε στην εγχείρηση. Τους δόθηκε.
Οι γονείς πράγματι προσήλθαν. Η μητέρα, μάλιστα, σπάραζε και θρηνούσε και καταριόταν τους δεσμώτες και βασανιστές του γιού της. Παρέλαβαν το παιδί σ’ ένα σεντόνι και το πέρασαν μέσα από τους φρουρούμενους διαδρόμους του νοσοκομείου. Το φόρτωσαν στο αυτοκίνητό τους και έφυγαν. Το παιδί συνήλθε σε τρεις ώρες και φυγαδεύτηκε σε φιλικό σπίτι, στην περιοχή Γραμματικό-Βαρνάβα, όπου κρύφτηκε μέχρι τη μεταπολίτευση. Ζει τώρα ανάμεσά μας. Ο προδότης ευδοκιμεί ως χρηματιστής στο Βέλγιο και η πόρνη πέθανε λίγους μήνες μετά στα υπόγεια της Ασφάλειας, πάνω σε κρίση στερητικού συνδρόμου. Ο μπάτσος πήρε σύνταξη.

Share This