fbpx

sharonΟ Αριέλ Σαρόν γεννήθηκε το 1928 στην υπό βρετανική κατοχή Παλαιστίνη. Εντάχθηκε, έφηβος όντας, σε ομάδες κρούσεις κατά των Παλαιστινίων, στην περιβόητη Χαγκάνα, την εβραϊκή αντίσταση. Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, το 1948, τον «βρίσκει» στρατιωτικό με πολλά υποσχόμενη καριέρα, αφού ήταν ήδη γνωστός για τη σκληρότητα και τις βίαιες μεθόδους με τις οποίες πολεμούσε. Οι φανατικοί οπαδοί και φίλοι, μάλιστα, συνηθίζουν να τον αποκαλούν ο «μπουλντόζας». Πολύ γρήγορα από Διοικητής της στρατιωτικής σχολή πεζικού αναλαμβάνει τη θέση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου της Βόρειας Διοίκησης το 1964. Διοικητής των στρατευμάτων που εισέβαλαν το 1953 στην Ιορδανία, το 1956 στην κρίση του Σουέζ, αλλά και το 1967 με τον Πόλεμο των Έξι Ημερών και το 1973 με τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Να σημειωθεί ότι υπήρξε επικεφαλής ειδικής μονάδας καταδρομών ενάντια σε κάθε προσπάθεια αραβικής διείσδυσης, εντός του Ισραήλ, τη δεκαετία του ̀50, αλλά και εναντίον των Παλαιστινίων ανταρτών, τη δεκαετία του ̀70.
Το 1972 υποβάλλει την παραίτησή του, αλλά επιστρέφει σχεδόν ένα χρόνο αργότερα με το βαθμό του αντιστράτηγου, όταν ξεσπά ο Πόλεμος του Γιομ Κιπουρ. Ήταν τα στρατεύματα του αντιστράτηγου Σαρόν που εξολόθρευσαν την τρίτη αιγυπτιακή στρατιά, καθιστώντας θρυλική τη μορφή του ανάμεσα στους φανατικούς εθνικιστές Ισραηλινούς και όχι μόνο.
Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα «κεφαλοποιεί» την πιο πάνω αναφερθείσα δημοτικότητα εμπλεκόμενος στην πολιτική ως συνιδρυτής του Λικούντ και γίνεται βουλευτής της Κνεσέτ. Παραιτείται το 1974 για να αναλάβει τα καθήκοντα συμβούλου Ασφαλείας παρά τω πρωθυπουργώ Γιτζάκ Ράμπιν. Από το πόστο του ως Υπουργός Γεωργίας, στην κυβέρνηση Λικούντ-Χερούτ με πρωθυπουργό τον Μεναχέμ Μπέγκιν, το 1977, αυξάνει τους εποικισμούς στα κατεχόμενα. Όταν δε αναλαμβάνει τη θέση του Υπουργού Οικισμού, σημειώνεται η εγκατάσταση του μεγαλύτερου αριθμού εποίκων στη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη, από την κατάληψη των εδαφών αυτών και ύστερα. Το 1981 και ως το 1983 αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Υπουργού Άμυνας και με την εισβολή στο Λίβανο πλαγιοκοπεί τους αντάρτες της ΟΑΠ στην περιοχή. Η φρικιαστική σφαγή των περίπου 2.500 Παλαιστινίων αμάχων στα προσφυγικά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα, που διήρκεσε δυο ημέρες οδηγεί σε επίσημη στρατιωτική έρευνα. Ο Σάρον απαλλάσσεται των καθηκόντων του, αλλά δεν μπαίνει στο περιθώριο. Διατελεί υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου στις κυβερνήσεις Λικούντ-Εργατικών και Σαμίρ. Τη διετία 1990-1992 και λίγο πριν χάσει ο Σαμίρ από τον Ράμπιν, ο Σαρόν αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Υπουργού Οικισμού. Το 1998, υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Νετανιάχου αρνείται να συνομιλήσει, ακόμα και να σφίξει το χέρι του Γιασέρ Αραφάτ, στις συνομιλίες που έλαβαν χώρα στο Μέριλαντ.
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 2000 και κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων της ισραηλινής κυβέρνησης με τους Παλαιστινίους, ο Σαρόν αποφασίζει να επισκεφθεί το Όρος του Ναού, στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, περιοχή που θεωρείται από τους Παλαιστινίους δική τους, με αποτέλεσμα να δυναμιτίσει τις διαπραγματεύσεις. Η επίσκεψή του πυροδότησε μεγάλης έκτασης ταραχές και η ειρηνευτική διαδικασία κατέρρευσε πριν καλά καλά αρχίσει.
Μετά την εκλογή του Μαχμούντ Αμπάς και με αφορμή τα 60 χρόνια από το Ολοκαύτωμα ο Αριέλ Σαρόν κούνησε το δάχτυλό του προς όλους τονίζοντας: «Το κράτος του Ισραήλ έμαθε το μάθημα αυτό και, από την ίδρυσή του, προστάτευσε τον εαυτό του και τους πολίτες του και παρέχει ασφάλεια στους απανταχού Εβραίους. Ξέρουμε ότι μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο στον εαυτό μας…Πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι αυτό είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο όπου εμείς, οι Εβραίοι, έχουμε το δικαίωμα και την ισχύ να αμυνθούμε με τη δική μας δύναμη. Αυτό δεν πρόκειται ποτέ να το παραδώσουμε.».
Μαχμούντ Αμπάς, ο «Τυνήσιος».
Ο Μαχμούντ Αμπάς γεννήθηκε το 1935 στην υπό βρετανική τότε κατοχή Παλαιστίνη, στην πόλη Σαφέντ. Με σπουδές νομικών επιστημών στην Αίγυπτο, υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή στη Μόσχα. Ο Μαχμούντ Αμπάς, ευρέως γνωστός ως Αμπού Μάζεν, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Φατάχ, της πολιτικής πτέρυγας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Συνόδευσε τον Γιασέρ Αραφάτ στην εξορία του στην Ιορδανία, το Λίβανο και την Τυνησία. Όλα δείχνουν ότι δε διαθέτει ιδιαίτερα μεγάλο έρεισμα στη βάση του Παλαιστινιακού λαού, ο οποίος τον συγκαταλέγει ανάμεσα στους λεγόμενους «Τυνήσιους» που ακολουθούσαν τον Αραφάτ στην εξορία και επέστρεψαν στα Κατεχόμενα σχετικά πρόσφατα. Το προφίλ του διαγράφηκε σύντομα ως εκείνο του θεωρητικού. Πολυγραφότατος, μετράει στο βιογραφικό του την έκδοση αρκετών συγγραμμάτων. Υπάρχουν, ωστόσο, κατηγορίες εναντίον του από αρκετούς εβραίους, όσον αφορά όχι μόνο το συγγραφικό του έργο εν γένει, αλλά ακόμα και για τη διδακτορική του διατριβή. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν καταγγελίες ότι στο βιβλίο του « Η Άλλη Πλευρά: η μυστική Σχέση μεταξύ Ναζισμού και του Σιωνισμού», αρνείται το ολοκαύτωμα. Η πιο πρόσφατη διάψευση του Μαχμούντ Αμπάς στις πιο πάνω κατηγορίες είναι αυτή που έκανε τον περασμένο Μάιο, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Χαάρετζ.
Το Μάιο του 2003 αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα-μόλις τέσσερις μήνες μετά- υποβάλει την παραίτησή του. Κατά πως φαίνεται δεν ήταν σε θέση να κρατήσει ισορροπία ανάμεσα στα ισραηλινά πυρά, εκείνα της Χαμάς, αλλά και την έλλειψη διάθεσης από μέρους του Αραφάτ να παραδώσει την εξουσία στον Αμπάς.
Στις αρχές του Ιανουαρίου του 2005 κερδίζει τις προεδρικές εκλογές με άνεση και είναι πια ο διάδοχος του Γιασέρ Αραφάτ στην ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, ο Αμπάς συγκέντρωσε το 62,32% των ψήφων έναντι 19,8% του δεύτερου υποψηφίου, του Μουστάφα Μπαργούτι. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον τηλεοπτικό σταθμό Αλ Τζαζίρα, η συμμετοχή των Παλαιστινίων στις εκλογές δεν ξεπέρασε το 46%, αφού από τους 1.757.756 Παλαιστινίους που έχουν δικαίωμα ψήφου, προσήλθαν στις κάλπες μόνο 802.077, εκ των οποίων οι 501.448 ψηφίσαν υπέρ του Μαχμούντ Αμπάς. Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή τόνισε με ανακοίνωσή της ότι ο αριθμός όσων Παλαιστινίων είχαν δικαίωμα ψήφου δεν είναι αξιόπιστος, αφού βασίζεται σε ισραηλινούς κατάλογους συνταγμένους το 1996. Στους εκλογικούς καταλόγους που είχε στην κατοχή της η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, ο αριθμός των εκλογέων ήταν μεγαλύτερος του 1.200.000. Να ληφθεί υπ΄όψιν ότι οι παλαιστινιακές οργανώσεις, Χαμάς και Τζιχάντ, είχαν ζητήσει την αποχή των Παλαιστινίων, γεγονός που σε ορισμένες περιοχές υπήρξε καταλυτικό για το αποτέλεσμα.
Στις 14 Ιανουαρίου ο Μαχμούντ Αμπάς εγκαταστάθηκε στη Μουκάτα και προσέφερε «…αυτή τη νίκη υπέρ της ψυχής του μάρτυρα αδελφού μας Γιάσερ Αραφάτ, αλλά και υπέρ όλων των Παλαιστίνιων».
Σχέδια και προσδοκίες.
Η ανάδειξη του Μαχμούντ Αμπάς στην προεδρία της Παλαιστινιακής Αρχής, ο πυρετός των διαβουλεύσεων, οι συναντήσεις κορυφής μετά το αιματοκύλισμα τεσσάρων χρόνων, δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο. Η επίσκεψη της υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Κοντολίζα Ράις, στην περιοχή με δηλώσεις, οι οποίες χαρακτηρίζουν τον Μαχμούντ Αμπάς «πραγματικό πλεονέκτημα για την ειρηνευτική διαδικασία», αλλά και το διάγγελμα του προέδρου των Η.Π.Α που τονίζει ότι είναι δυνατόν να υπάρξει βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος εντός των επόμενων τεσσάρων χρόνων γεννούν προσδοκίες και ελπίδες και στις δυο πλευρές. Θέτουν όμως και όρια και ακόμα περισσότερο θρέφουν και καχυποψία για το αποτέλεσμα αυτού του διπλωματικού πυρετού. Ενδεικτικές είναι και οι δηλώσεις της πρώην υπουργού Εξωτερικών, Μ. Ολμπράιτ, στη διάσκεψη επιχειρηματιών που είχε οργανωθεί στο Κάιρο από το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο. «Ελπίζω ότι η νέα παλαιστινιακή ηγεσία θα καταλαβαίνει τι της προσφέρεται. Ο Αραφάτ απέρριψε την καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ο κάθε Παλαιστίνιος», τόνισε η κ. Μ. Ολμπράιτ.
Ισραηλινά Σχέδια
Η προτεραιότητα του Ισραηλινού πρωθυπουργού διαφαίνεται ότι είναι η επαναφορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων του Οδικού Χάρτη. Ωστόσο, Ισραηλινοί αξιωματούχοι, λίγες μόνο ώρες μετά τη συνάντηση στο θέρετρο Σαρμ Ελ Σεΐχ, τόνιζαν ότι οι συνθήκες για μια συζήτηση, αναφορικά με την εφαρμογή του Οδικού Χάρτη, δεν έχουν ακόμα ωριμάσει. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός φαίνεται να ανησυχεί κυρίως για το δημογραφικό, δηλαδή για το ρυθμό ανάπτυξης του παλαιστινιακού πληθυσμού σε περιοχές που το Ισραήλ επιθυμεί να θέσει εντός των συνόρων του. Τα σχέδια του, για αυτό το λόγο, στοχεύουν στην αποκοπή της Ιερουσαλήμ από τη Δυτική Όχθη, στην οριοθέτηση των συνόρων των παλαιστινιακών εδαφών με μονομερή τρόπο, μέσω του τείχους και στο διαχωρισμό Ισραηλινών και Παλαιστινίων στα κατεχόμενα.
Όσον αφορά την επαναφορά του Οδικού Χάρτη στο τραπέζι του διαλόγου, ο Αριέλ Σαρόν μάλλον θα επιδιώξει οι συζητήσεις να φθάσουν έως και το δεύτερο στάδιο από τα τρία που προβλέπονται. Να θυμίσουμε σε αυτό το σημείο τι περιλαμβάνεται στις τρεις φάσεις του Χάρτη. Κατά την πρώτη φάση, προβλέπεται η επανέναρξη του διαλόγου και η δημιουργία πλαισίου αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η δεύτερη φάση προβλέπει την απομάκρυνση των οικισμών των εποίκων από την περιοχή της Δυτικής Όχθης και τη Λωρίδα της Γάζας, καθώς και την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους με προσωρινά σύνορα. Κατά την τρίτη φάση και κρισιμότερη, προβλέπεται συμφωνία για το τελικό καθεστώς των συνόρων των δυο κρατών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις Αράβων, αλλά και δυτικών διπλωματών, ο Σαρόν θα καταβάλλει προσπάθειες να σταματήσουν οι διαπραγματεύσεις, εφόσον και εάν αρχίσουν, στη δεύτερη φάση του Οδικού Χάρτη. Δεν επιθυμεί να είναι αυτός που θα διαπραγματευθεί τα τελικά σύνορα της Παλαιστίνης. Η κατασκευή του τείχους, άλλωστε, δεν έχει άλλο σκοπό από το να θέσει τα τελικά σύνορα του παλαιστινιακού κράτους. Η κατασκευή του τείχους στη Δυτική Όχθη εντάσσει μεγάλους οικισμούς εποίκων αλλά και το οδικό δίκτυο υποστήριξης τους επιτυγχάνοντας το διαχωρισμό Ισραηλινών και Παλαιστινίων, αλλά πρωτίστως τη βιωσιμότητα των οικισμών και την εδαφική τους συνέχεια. Ξένοι παρατηρητές στην περιοχή τονίζουν ότι το Ισραήλ έθεσε πρόσφατα αίτημα προς τους διεθνείς δωρητές για χρηματοδότηση του παράλληλου οδικού δικτύου σε όλα τα τμήματα της Δυτικής Όχθης που περικλείονται από το τείχος, με σκοπό τον αποκλεισμό των Παλαιστινίων από περιοχές που βρίσκονται οικισμοί των εποίκων. Δημιουργούνται, εν ολίγοις, δυο κοινότητες Παλαιστινίων και εβραίων εποίκων εντός της Δυτικής Όχθης.
Παλαιστινιακά ζητούμενα
Όλα δείχνουν ότι η πίστωση χρόνου και η περίοδος χάριτος που έχει δοθεί στον νέο πρόεδρο της Παλαιστινιακής αρχής δε θα διαρκέσει για πολύ, καθώς δεν είναι σε θέσει να ελέγξει και να δεσμεύσει τις ισλαμικές οργανώσεις σε όσα ο ίδιος έχει ήδη δεσμευτεί έναντι των Ισραηλινών. Όλα δείχνουν ότι η διεθνής κοινότητα θα στηρίξει τον Μαχμούντ Αμπάς, χωρίς, ωστόσο, αυτή η στήριξη να είναι επαρκής για την επιτυχία των σχεδίων του. Είναι πλέον γνωστό ότι το Ισραήλ και οι Η.Π.Α ζητούν από το Μαχμούντ Αμπάς τον άμεσο τερματισμό της Ιντιφάντα και τον αφοπλισμό όλων των ισλαμικών οργανώσεων. Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει στρατιωτικά τις οργανώσεις αυτές ούτε, βεβαίως, να τις αφοπλίσει, αφού το ποσοστό αποχής της τάξης του 40% μετράται ως δύναμη των οργανώσεων αυτών. Στις ερχόμενες εκλογές οι οργανώσεις αυτές θα συμμετέχουν σε όλες τις περιοχές, γεγονός που δυσκολεύει τη θέση του Αμπάς.
Έως αυτή τη στιγμή οι προτεραιότητες του Μαχμούντ Αμπάς περιορίζονται στην αναδιοργάνωση των παλαιστινιακών υπηρεσιών ασφαλείας σε όλα τα παλαιστινιακά εδάφη, στην πάταξη της διαφθοράς της Παλαιστινιακής Αρχής, στην οικοδόμηση κρατικών δομών, αλλά και στη αναδιοργάνωση των υφισταμένων. Ακόμα, επιθυμεί την κατάργηση των μονοπωλίων και την προώθηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων για την οικονομική ανόρθωση της Παλαιστίνης και την εύρεση εργασίας των Παλαιστινίων.
Αναφορικά με τις συμφωνίες των τελικών συνόρων του παλαιστινιακού κράτους και ο Μαχμούντ Αμπάς έχει λόγους να μη βιάζεται να προχωρήσει σε αυτές. Ιδιαίτερα δεν επιθυμεί τη συμφωνία για σχέδιο μακροχρόνιας ενδιάμεσης λύσης με καθορισμό προσωρινών συνόρων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει στον περιορισμό του εθνικού χώρου στο 12% της ιστορικής Παλαιστίνης και στη δημιουργία ενός μορφώματος ουσιαστικά, το οποίο όμως θα ονομαστεί παλαιστινιακό κράτος και θα απαλλάξει το Ισραήλ από την κατηγορία της δύναμης κατοχής. Να σημειωθεί οι η κοινή παλαιστινιακή γνώμη δε φαίνεται να αποδέχεται μια συμφωνία τελικού καθεστώτος, κατά την οποία θα υπάρχουν υποχωρήσεις για την επιστροφή των προσφύγων και δε θα ξεκαθαρίζεται το καθεστώς της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Οι αντιδράσεις των Παλαιστινίων στη συμφωνία της Γενεύης προϊδεάζει για τις αντιδράσεις στις ισραηλινές προτάσεις για τελικό καθεστώς. Η όποια λύση διαγράφεται μακρινή και επώδυνη.

Share This